Στις 21 Απριλίου του 1967, η Ελλάδα βυθίστηκε σε ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια της σύγχρονης ιστορίας της: το πραξικόπημα των συνταγματαρχών έθεσε τέλος στη δημοκρατική πορεία της χώρας, επιβάλλοντας μια επταετή στρατιωτική δικτατορία. Πενήντα οκτώ χρόνια μετά, η μνήμη εκείνων των ημερών δεν σβήνει – παραμένει ζωντανή, επίκαιρη και βαθιά χαραγμένη στη συλλογική μας συνείδηση.
Το καθεστώς της χούντας δεν στέρησε μόνο τις πολιτικές ελευθερίες· καταπάτησε κάθε έννοια ανθρώπινου δικαιώματος, επέβαλε σιγή, λογοκρισία, βία. Ολοκληρώθηκε τραγικά με την αιματηρή εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβρη του ’73 και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, που παραμένει ανοιχτή πληγή στον εθνικό κορμό.
Σήμερα, τιμάμε τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες που ύψωσαν το ανάστημά τους απέναντι στη βία και τον αυταρχισμό. Τους ανθρώπους που φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, βασανίστηκαν, αλλά δεν λύγισαν. Τιμάμε τη νεολαία, τον λαό που δεν σιώπησε, που διεκδίκησε ελευθερία και αξιοπρέπεια με γενναιότητα και αυταπάρνηση. Η θυσία τους αποτελεί θεμέλιο λίθο της σύγχρονης ελληνικής δημοκρατίας.
Δεν αρκεί, όμως, να τιμούμε. Οφείλουμε να θυμόμαστε. Γιατί όπως γράφει ο Γιάννης Νεγρεπόντης, «έχει σαν στάμπα τη ζωή μας σημαδέψει» — δεν θα περάσει ο φασισμός» αν παραμείνουμε άγρυπνοι και ενεργοί πολίτες. Η απειλή δεν έχει εκλείψει. Τα «χουντικά σταγονίδια» κατά την τότε έκφραση του Ευάγ. Αβέρωφ εξακολουθούν να υπάρχουν και να βρίσκουν έκφραση, ανοιχτά ή υπόγεια, σε πρόσωπα και μηχανισμούς που νοσταλγούν τις σκοτεινές ημέρες της καταστολής.
Η μαύρη επέτειος της 21ης Απριλίου δεν είναι μόνο αφορμή για ιστορική αναδρομή. Είναι υπενθύμιση ευθύνης: να διαφυλάξουμε τη Δημοκρατία, να υπερασπιστούμε την ελευθερία, να διδάξουμε και να διδαχθούμε. Γιατί μόνο μέσα από τη μνήμη χτίζεται το μέλλον. Και μόνο με γνώση, επαγρύπνηση και δράση, αποτρέπεται η επανάληψη της Ιστορίας.